Κυριακή, Ιανουαρίου 11

1:54 μ.μ.





Μέσα στην καταιγίδα


Ο Ίων του Ηλία Καρλάφτης,
στο “ημιφριγκορίφικο* 
                             ήτανε ναύτης,                *πλοίο ψυγείο από μετατροπή
στο “Ανδρομέδα” κάποιου Μηλιού,
ευκαιριακού εφοπλιστού..


Έκοβε* πράσινο, 
                     στο ντεκ* μουράδα.*            *έβαφε   *κατάστρωμα *γωνιές

Στο ίδιο μοτίβο σφύραε* αράδα              *σφύριζε
κάποιο τραγούδι απ' το νησί του,
που τον περίμενε εκεί η καλή του.


   - "Ίωνα..."  λέει μιά δόση ο μπόσης*             *λοστρόμος
   άμε στο άλμπουρο λίγο να σιώσης*              *ισιώσεις
   κάποιο καλώδιο απ' την κεραία
   και τη βερίνα βγάλε ωραία,
   προσεκτικά γιατί άν κλατάρει,
   θα σε σηκώσει και θα σε πάρει,
   αφού 'ναι όρντινο* του καπτ' Αντώνη,         *διαταγή
   παράκληση κι απ' τον μαρκόνη."*              *ασυρματιστή


Βουτά το πινέλο μέσα στο πόντο,*                    *δοχείο με μπογιά
μην ξεραθεί και μοιάζει με κόμπο,
μία βλαστήμια ρίχνει στο βρόντο
και σκαρφαλώνει σκέτη μαιμού
στη κορυφή του καταρτιού..

Έφτασε έως και τη γαλέτα*                           *η κορυφή του καταρτιού
κι όταν τελείωσε φώναξε 
                             -“Νέτααα”*           *τελείωσε η δουλειά

   - Άεε κατέβαα λέει ο λοστρόμος....



Πέρασε ώρα και κείνος όμως
ήταν επάνω, 
                       - "Έεε τί χαζεύεις
φωνάζει ο μπόσης, εδώ δουλεύεις..."
και πονηρεύτηκε, μην η βρώμα,
η Ολλανδέζα πρώην νοσοκόμα,
και νύν γυναίκα 
                  του Τσιφ* του Ρώμα             *πρώτος μηχανικός (Chief Engineer)
βγήκε τσιτσίδι πάν' στα σπιράγια,*      *φεγγίτες
να πάρει ήλιο ενώ απ' τα πλάγια,
κι από ψηλά, μπάνιζε ο Ίων...

Μα ο λοστρόμος θα μείνει κίων,
άλλως κολώνα, που ακούει φωνάρα
απ' το κατάρτι, και μιά αντάρα
γίνεται γύρω σε δυό λεπτά....

   - “Φωτιά σταβέντο,* 
                         μακριά σ' ένα πλοίο    *η υπήνεμη πλευρά του πλοίου
    σας το ορκίζομαι, παιδιά ομνύω.
    Τρέξτε φωνάξτε τον καπτα-ν- Άγη,
    η μηχανή του θάπαθε βλάβη,
    γιατί μποτζάρει* σταματημένο,            *κλυδωνίζεται
    εις τα ψηλά 'γώ παραμένω..."

Φέρνει ο βαρδιάνος* τον καπετάνιο       *ο αξιωματικός φυλακής
σχεδόν ξεβράκωτο, ήταν στο μπάνιο,
του 'πε στη γέφυρα έλα επάνω,
εγώ δεν ξέρω πια τι να κάνω !

   - "Πάρε τηλέφωνο τη μηχανή,
   ξύπνα τον πρώτο πάνω να 'ρθεί",
του καπετάνιου η διαταγή...
   "όλοι σταμπάι* στο Πι και Φι.."        *Όλοι στο κατάστρωμα

Πάνω στην ώρα και το ές-ο-ές..
   "καιγόμαστε, τρέξτε, σώστε ψυχές..."


Προς όλα τα πλοία επί της γης
φτάνει το σήμα, και ο καθείς
του ασυρμάτου ο χειριστής,                     
το μεταδίδει, το ξαναδίδει,
ενώ εμείς το πήραμε ήδη...

Από το Ρίο ως τη Τζακάρτα,
από το Σύδνεϋ έως την Πάτρα,
κι απ το Λος Άτζελες μέχρι Σιράτσα*       *Στην άπω Ανατολή
οι ναύτες έχουν θλιμμένη φάτσα...


Πιάνει μπουρίνι, πέφτει ομίχλη,
και τηλεγράφημα νέο ελήφθη,
το οποίο έγραφε ήταν στις βάρκες
το πλήρωμα όλο και επιβάτες
που διασωθήκαν, παραληφτήκαν,
ενώ το έρημο πλέον βαπόρι
καπνίζει  από πρύμη έως την πλώρη,
και κύματα το τέλος κτίζουν
που την ακτή σχεδόν αγγίζουν
οι πυρωμένες  οι λαμαρίνες...
(φτάνουν τα νέα και εν Αθήναις)

Τώρα τις μπάντες του θα ξεσκίσουν,
στα βράχια που πάει... σαν θα κτυπήσουν.

Σε λίγες ώρες ξέχνα το πλοίο,
στο "Αντριάτικα" θα πούμε αντίο....


Ο αγέλαστος ο καπτα-ν- Άγης
κάτοικος μόνιμος που ήταν της Χάγης,
πρώτη φορά χαμογελάει,
το πιάσαν όλοι το που το πάει..

     - "Μάγκες μας..." λέει, "ήρθε η στιγμή
     για να πλουτίσουμε όλοι μαζί,
     αν θα το λέει κι εσάς η καρδιά σας
     και βάλετε όλοι τα δυνατά σας..

     Τα ρυμουλκά θέλουν μιά μέρα
     να προσεγγίσουνε κεί πέρα,
     και μεις απέχουμε επτά μίλλια
     ολοταχώς πάω με χίλια,
     να το διασώσουμε αν μπορούμε,
     και πλούσιοι όλοι να γενούμε,
     γιατί  'ναι δυό ετών γκαζάς,
     και περιμένει λες... εμάς !

     Εκατομύρια θα μπούν στη τσέπη,
     σε όποιον κάνει αυτά που πρέπει
     να δέσει σύρμα χοντρό στη πλώρη,
     να ρυμουλκήσω το βαπόρι,
     όμως θα βρεί μεγάλο ζόρι.

     Μπορεί η φωτιά αυτόν να ζώσει
     να μην μπορέσει να τον εσώσει
    το ελικόπτερο όταν φτάσει,
    σαν ο καιρός θε να κοπάσει.
    Μέσα στο Γκέηλ* δεν πάει κανένας,           *Καταιγίδα
    δεν έχει βράγχια ο καθένας,
    όπως ο ναύτης που 'ναι σαν ψάρι,
    και που δεν παίρνει αυτός χαμπάρι,
    όταν το κύμα τόνε σκεπάζει,
    σαν μια ζωή σκαμπανεβάζει,
    αυτός μαζί κι η λαμαρίνα,
    και σε παρέες σαν πάει Αθήνα,
    όταν τους λέει τις ιστορίες,
    ψεύτικες φαίνονται αυτές κι αστείες....

    Σας ξαναλέω αν ρυμουλκήσουμε* 1
    εκατομμύρια θα 'κονομήσουμε*...  2  
   Όσοι θα πάνε να το τολμήσουνε,
   μπορεί βεβαίως να μη γυρίσουνε...."


Τέσσερις ναύτες, δυό καμαρότοι  
εθελοντές στη βάρκα πρώτοι.
Πυροσβεστήρες καλούμα* κατόπι        *τους κατεβάζουν με σκοινί
και φεύγουνε να πα' να δέσουν.
Δύσκολο φαίνεται να το μπορέσουν,
γιατί ο καιρός έχει θυμώσει,
μπορεί ένα κύμα να τους σκοτώσει
αν τους πετάξει και τους στριμώξει
στου καραβιού πάνω στη μπάντα...

Λέει ο γρουσούζης Μηνάς απ' τη Θήρα,
   - "Μπωφόρ... Κύματα... πυροσβεστήρα... ?
   για τον καθένα βλέπω μια χήρα"...

Τον σιχτιρίσανε όλοι μαζί,
μα είχαν τον φόβο μήπως συμβεί....


   - "Ίωων... αγάνταα"* από τη 
              λέμβο (ακούει τον Λιώση),        *τέντωσέ το σκοινί
πάνω στο ντεκ που τούχε δώσει
να πάρει επάνω μία μπαρούμα*..           * σκοινί για να τραβήξουν το σύρμα
ενώ τα βράχια ήδη της Μπούρμα*        *Μιανμάρ
ήτανε δίπλα τους μιά ανάσα......



   - Μπράβο μπαγάσααα !!!
φωνάξαν όλοι 
                  σαν καπελώνει*   *δέσιμο
το σύρμα η ομάδα, 
                  μα τους αγχώνει,

καθώς στο βίρα* 
             σπάει με κρότο,  *στη ρυμούλκηση
κτυπάει τον πρώτο,
μετά άλλους δύο...
πούχαν ανέβει πάνω στο πλοίο...

Θρήνος και τρόμος,
κλαίει ο λοστρόμος....

Χάθηκαν όλοι, κι αυτοί της βάρκας !

Μόνο το τυρί,  είδαν.... της φάκας.






   * 1. Ρητά προβλέπεται από το νόμο ότι, για τη διάσωση πλοίου, του ναύλου και των πραγμάτων πάνω σε αυτό, σαν περιουσιακά στοιχεία, προβλέπεται από το νόμο εύλογη αμοιβή που καταβάλλεται και κατανέμεται όπως ορίζει ο νόμος και δεν επιτρέπεται αντίθετη συμφωνία. 
Σύμφωνα μ’ αυτόν τον νόμο, το μισό πλοίο όταν έχει εγκαταλειφθεί από το πλήρωμα, το παίρνει ο πλοιοκτήτης του πλοίου που θα το ρυμουλκύσει σε ασφαλές λιμάνι, το 1/4 ο πλοίαρχος και το υπόλοιπο 1/4 το πλήρωμα του αρωγού πλοίου.

     2. Το 1/4 του πληρώματος διανέμεται ανάλογα με την αρωγή που θα προσφέρει ο καθένας. Γι αυτό και ο εθελοντισμός !
________________________________


Από το βιβλίο "Σπασμένος κάβος". αυτοβιογραφικό έμμετρο έργο 
του Οδυσσέα Ηβιλάγια  No 108 /  e-mail: od.heavilayias@yahoo.com / 
Επιμέλεια - προσαρμογή κειμένων Cathy Rapakoulia Mataraga
_______________________________________________________








album

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.