Τρίτη, Ιανουαρίου 6

5:34 μ.μ.



Είναι Θέμα Ελλείψεων

    Ένας Έλληνας πεθαίνει και φτάνει στη ρεσεψιόν της Κόλασης. Ο υπάλληλος του ανακοινώνει ότι επειδή είναι υπήκοος χώρας-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να διαλέξει όποια θέλει από τις κολάσεις των χωρών-μελών.

Σκέφτεται λίγο και αποφασίζει να πάει στη Γερμανική:

   - «Οργανωμένη χώρα», λέει, «τόσα χρόνια στην Ελλάδα, τι κατάλαβα από οργάνωση και υπηρεσίες;  Mου βγάλανε το λάδι. Τουλάχιστον, ας... πάρω μυρωδιά του τι σημαίνει Ευρώπη, έστω και στην κόλαση».

   Φτάνει λοιπόν μπροστά στην πύλη της γερμανικής κόλασης. Μαύρο μάρμαρο, καλογυαλισμένο, σιδερένια πύλη, και ψηλά γράφει με μεγάλα γράμματα ΚΟΛΑΣΗ στα γερμανικά. Χτυπάει. Του ανοίγει ένας άψογα ντυμένος υπάλληλος και τον ρωτά τι θέλει.

   - «Να δω πώς είναι», του απαντά εκείνος.
   - «Ούτε να το σκέφτεστε κύριε!», του απαντά ο υπάλληλος! «Όλη την ημέρα μας δέρνουνε με κάτι τεράστια μαστίγια και το βράδυ μας βάζουν σε κάτι τεράστια βαρέλια γεμάτα σκατά!!!  Φρίκη! Φρίκη! Εγώ σας λέω να μη μείνετε».
   Όπου φύγει-φύγει ο Έλληνας. Στη συνέχεια δοκιμάζει τις υπόλοιπες κολάσεις, πότε τόνα πότε τ' άλλο, σχεδόν μία από τα ίδια. 
   Απογοητευμένος, σκέπτεται δε βαριέσαι τι είχα τι έχασα... Ίσως να μην είναι τόσο τραγική, όσο ήταν "η ζωή",  η ελληνική κόλαση.  Έτσι καταφεύγει στην έσχατη λύση που του είχε μείνει, την ελληνική κόλαση! 
   Φτάνει λοιπόν έξω από την πύλη. 

   Μία πύλη εγκαταλειμμένη, βρώμικη, ορθάνοιχτη... μια πρόχειρη ταμπέλα ενημερώνει τον νεοεισερχόμενο ότι το σωματείο των θυρωρών έχει κατέβει σε απεργία διαρκείας.   
   Πάνω από την πύλη στο ψηλότερο σημείο της υπάρχει με μεγάλα φωτεινά γράμματα η λέξη ΟΑΣΗ... δεν πρόλαβε να νιώσει την απορία του να γεννιέται και προσέχει ότι, υπήρχαν ένα Κ και ένα Λ που δεν ανάβανε μεν,  αλλά που άμα τα διάβαζες η λέξη δεν έλεγε όαση αλλά ΚΟΛΑΣΗ. 
   Κατά πάσα πιθανότητα έχουν καεί τα λαμπάκια, γι αυτό δεν ανάβουν, σκέφτηκε....
   - «Ελληνική ανοργανωσιά...», μουρμουρίζει και αποφασίζει να μπει... 
   Όσο πλησιάζει, ακούει κάτι περίεργους θορύβους.. Μοιάζουν  με μουσική. 
   Πλησιάζει περισσότερο. Η μουσική πλέον ακούγεται ολοκάθαρα. Μπουζούκια, μπαγλαμάδες κλπ. 
   Χτυπάει... Του ανοίγει ένας τύπος κρατώντας μία μπουκάλα στο χέρι, τύφλα στο μεθύσι, και τον ρωτά τι θέλει.

   - «Ήρθα να δω πώς είναι», του λέει και βάζει το κεφάλι του μέσα.  Τραπέζια, πολύ κάπνα, κάτι γκόμενες χορεύουν πάνω στα τραπέζια τσιφτετέλια, νταούλια... Γενικώς, μπάχαλο.
Τρελαίνεται ο τύπος:
   - «Καλά ρε φίλε, τι γίνεται εδώ;»
   - «Aσε φίλε, χάλια!», του λέει ο μεθυσμένος. «Η κατάσταση είναι δραματική εδώ πέρα. Μας δέρνουν όλη μέρα με κάτι τεράστια μαστίγια και το βράδυ μας βάζουν σε κάτι τεράστια βαρέλια με σκατά.
   - «Πλάκα μου κάνεις;;;», απαντάει ο πεθαμένος. «Εδώ πίνετε και γλεντάτε!»
   - «Εεε, ξέρεις πώς είναι μωρέ εδώ στην Ελλάδα... Τη μία μένουμε από σκατά, την άλλη κλέβουν τα μαστίγια...»


 ουτοπία 

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.